Ασύλληπτο!
Κάπου ψηλά στον ουρανό, τα πλούτη στήσανε φρουρό,
τον εβαφτίσανε θεό, να παγιδεύει τον φτωχό.
Παράδοξο!
Όπου τα πλούτη ευδοκιμούν, η φτώχια περισεύει,
φτάνει να σκύβουν οι φτωχοί κι ο πλάστης τα βολεύει.
Μακάβριο!
Η φτώχια, κι η ευλάβεια, κι γραμματοσύνη,
κληρονομιά πανάκριβη, θεία ευγνωμοσύνη.
Απίθανο!
Ευτυχισμένοι οι κουτοί, το λένε κι οι μακαρισμοί,
στους ουρανούς θα φάνε, όσοι στην γη πεινάνε.
Παρήγορο!
Μ’ όσοι φτωχοί ευχαριστούν, τους μένει μιαν ελπίδα,
ίσως... μετά τον θάνατο, να ’χουν διπλή μερίδα!
Ασύλληπτο!
Κάπου ψηλά στον ουρανό, τα πλούτη στήσανε φρουρό,
τον εβαφτίσανε θεό, να παγιδεύει τον φτωχό.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Παρασκευή 3 Απριλίου 2009
ΟΛΥΜΠΕΑ
ΓΟΝΙΔΙΑΚΗ ΠΡΟΣΦΩΝΗ!
Εκεί στου Ολύμπου τις απάτητες κορφές,
θεοί του τύμβου, με αθάνατες μορφές,
σιγομιλούν στους απογόνους με καημό,
κι αναθωρούν τους κληρονόμους με θυμό.
Μες του δρυμού τις ηλιογάλανες πλαγιές,
και του βουνού τις δροσοστάλλακτες πηγές,
μένουν βουβές και σκυθρωπές οι καλλονές,
νυμφάδες, μούσες, αμαζόνες και θεές.
Στις θαλερές κι αειθαλείς τους φορεσιές,
με πεύκα, έλατα, οξιές και καστανιές,
στήνουν κουβέντες στις πυκνές του παρυφές,
των φιλοσόφων και ηρώων οι σεμνές σκιές.
Με αναμνήσεις βυθισμένες στην τυρφή,
αναρωτιούνται χολωμένοι οι σοφοί.
Πώς καταντήσαν την πανώρια την φυλή,
τυφλοί, μοιραίοι, καιροσκόποι και δειλοί.
Εκεί στου Ολύμπου τις απάτητες κορφές,
θεοί του τύμβου, με αθάνατες μορφές,
σιγομιλούν στους απογόνους με καημό,
κι αναθωρούν τους κληρονόμους με θυμό.
Μες του δρυμού τις ηλιογάλανες πλαγιές,
και του βουνού τις δροσοστάλλακτες πηγές,
μένουν βουβές και σκυθρωπές οι καλλονές,
νυμφάδες, μούσες, αμαζόνες και θεές.
Στις θαλερές κι αειθαλείς τους φορεσιές,
με πεύκα, έλατα, οξιές και καστανιές,
στήνουν κουβέντες στις πυκνές του παρυφές,
των φιλοσόφων και ηρώων οι σεμνές σκιές.
Με αναμνήσεις βυθισμένες στην τυρφή,
αναρωτιούνται χολωμένοι οι σοφοί.
Πώς καταντήσαν την πανώρια την φυλή,
τυφλοί, μοιραίοι, καιροσκόποι και δειλοί.
Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2008
ΑΙΓΑΙΟ
ΓΑΛΑΝΗ ΓΟΗΤΕΙΑ!
Του ήλιου χρυσ’ αμάλγαμα,
του φεγγαριού αχνάδι,
της αύρας δροσοστάλαγμα
στης χαραυγής το χάδι.
Οι ήχοι των κυμάτων σου
πετούν σαν περιστέρια.
Το βάμμα των χρωμάτων σου
ανθολογεί τ’ αστέρια.
Ξανθές πτυχές, αμμοφωλιές,
στων λιακωτών τον όρθρο.
Κρυφές θηλές, σαν καλλονές,
στων αιγιαλών τον κόρφο.
Μια σύνθεση μελωδική,
των αρωμάτων κράμα,
σαγήτευση του εραστή,
στης ομορφιάς το θαύμα.
Η όψη σου πανθαλασσιά,
σαν ανθερή γαρδένια,
λεπτό στολίδι στα μαλλιά,
σ’ ανατολή μελένια.
Για την αγάπη τραγουδάς,
σιγοκεντάς την φύση.
Τον έρωτα ξαναγγενάς,
γλυκομεθάς την ζήση.
Είσαι του κόσμου τ’ ακριβό,
το φυσικό στολίδι,
από την γη στον ουρανό,
σαν μαγικό παιχνίδι.
Στα θέλγητρά σου θαλπωρώ,
τα χείλη σου αγγίζω,
την αγκαλιά σου νοσταλγώ,
στα κάλλη σου ανθίζω.
Του ήλιου χρυσ’ αμάλγαμα,
του φεγγαριού αχνάδι,
της αύρας δροσοστάλαγμα
στης χαραυγής το χάδι.
Οι ήχοι των κυμάτων σου
πετούν σαν περιστέρια.
Το βάμμα των χρωμάτων σου
ανθολογεί τ’ αστέρια.
Ξανθές πτυχές, αμμοφωλιές,
στων λιακωτών τον όρθρο.
Κρυφές θηλές, σαν καλλονές,
στων αιγιαλών τον κόρφο.
Μια σύνθεση μελωδική,
των αρωμάτων κράμα,
σαγήτευση του εραστή,
στης ομορφιάς το θαύμα.
Η όψη σου πανθαλασσιά,
σαν ανθερή γαρδένια,
λεπτό στολίδι στα μαλλιά,
σ’ ανατολή μελένια.
Για την αγάπη τραγουδάς,
σιγοκεντάς την φύση.
Τον έρωτα ξαναγγενάς,
γλυκομεθάς την ζήση.
Είσαι του κόσμου τ’ ακριβό,
το φυσικό στολίδι,
από την γη στον ουρανό,
σαν μαγικό παιχνίδι.
Στα θέλγητρά σου θαλπωρώ,
τα χείλη σου αγγίζω,
την αγκαλιά σου νοσταλγώ,
στα κάλλη σου ανθίζω.
ΓΟΡΓΟΝΑ
Η ΑΔΕΡΦΗ!
Ραίνεις την θάλασσα μελιά, μυρώνεις τη θωριά της,
βάνεις στο κύμα σαϊτιά,
κι ανοίγεις τα φτερά της.
Βλέπεις ξανά τον σπαραγμό, ανάφτερο στη φλέβα,
τρέχεις κοντά στον αετό,
Αλέξανδρο τον Μέγα.
Κάνεις ανάσα τον καημό, πυρίμαχο τον γόνο,
δίνεις στον φόνο αδερφό,
στην αρετή τον πόνο.
Πάλλεσαι μες τον ουρανό, σαν άμορφη Ελλάδα,
ντύνεσαι νέφωμα λευκό,
σαν την Ολυμπιάδα.
Λήδα, Πανδώρα Ορφική, στο πέταγμα του χρόνου,
θύμα Γοργόνα Δελφική,
στο μέτρημα του δρόμου.
Τρέχει το σύννεφο ψηλά, στου φωτισμου τα θώρια,
καίει το δάκρυ σαν φωτιά,
κυματισμού ανθώρια.
Σύννομα με την προβολή, σ’ αγκάλιασμα του χώρου,
λάξεμα για την προτομή,
στο μοίρασμα του φόρου.
Κει συναντούν τον στρατηγό, σαν κοσμικό ανθάρι,
να τον υμνούν δοξαστικό,
το πεύκο, το θυμάρι.
Κι Εσύ, θλιμμένη αδελφή, στο δίχτυ που υφαίνει,
σιγοκεντάς υπομονή,
στον πόνο που βαθαίνει.
Ραίνεις την θάλασσα μελιά, μυρώνεις τη θωριά της,
βάνεις στο κύμα σαϊτιά,
κι ανοίγεις τα φτερά της.
Βλέπεις ξανά τον σπαραγμό, ανάφτερο στη φλέβα,
τρέχεις κοντά στον αετό,
Αλέξανδρο τον Μέγα.
Κάνεις ανάσα τον καημό, πυρίμαχο τον γόνο,
δίνεις στον φόνο αδερφό,
στην αρετή τον πόνο.
Πάλλεσαι μες τον ουρανό, σαν άμορφη Ελλάδα,
ντύνεσαι νέφωμα λευκό,
σαν την Ολυμπιάδα.
Λήδα, Πανδώρα Ορφική, στο πέταγμα του χρόνου,
θύμα Γοργόνα Δελφική,
στο μέτρημα του δρόμου.
Τρέχει το σύννεφο ψηλά, στου φωτισμου τα θώρια,
καίει το δάκρυ σαν φωτιά,
κυματισμού ανθώρια.
Σύννομα με την προβολή, σ’ αγκάλιασμα του χώρου,
λάξεμα για την προτομή,
στο μοίρασμα του φόρου.
Κει συναντούν τον στρατηγό, σαν κοσμικό ανθάρι,
να τον υμνούν δοξαστικό,
το πεύκο, το θυμάρι.
Κι Εσύ, θλιμμένη αδελφή, στο δίχτυ που υφαίνει,
σιγοκεντάς υπομονή,
στον πόνο που βαθαίνει.
ΑΙΓΑIΪΔΑ
ΟΡΓΙΣΜΕΝΕΣ ΜΝΗΜΕΣ!
Χάριζε ήλιε μου το φως, την γνώση των σοφών να βρω,
μες τις φωτοβολιές σου.
Δώσε μου πέλαγο φτερά, σαν των αφρών σου τα πουλιά,
να δω τις αρετές σου.
Πέργαμο, Σμύρνη, Καρυά, Πόλη χαροκαμένη,
και Πόντε με τις λύρες.
Σας νοσταλγώ ξεμακρυνά, σαν αετός χωρίς φτερά,
πολύπαθες πατρίδες.
Αιγαίο, βάμμα γαλανό, όπως τον λαξευτό ναό,
λουλούδι μαδημένο.
Αρχαίο πνεύμα γονικό, φωνή προς τον πολιτισμό,
σαν ρόδο ματωμένο!
Τα γαλανά σου τα νερά, σαν δάκρυα προγονικά,
φιλούν στις αμμουδιές σου.
Με πόνο κι αναφιλητά, μνημόσυνα στη συμφορά,
θρηνούν οι παρυφές σου.
Σεμνοί παππούδες κι αδελφοί, εγγόνια, θείοι κι ανεψιοί,
πατρώνυμες κηλίδες.
Γλυκές κοπέλες σμιλευτές, κι αγόρια με κορμοστασιές,
βωμοί στις αιγιαλίδες.
Αιγαίο, χρώμα φωτεινό, σαν μάρμαρο πεντελικό,
λουλούδι μαδημένο.
Αρχαία σκέψη μυθική, σοφία πολιτισμική,
μια ρήση. . . ρημαγμένη.
Χάριζε ήλιε μου το φως, την γνώση των σοφών να βρω,
μες τις φωτοβολιές σου.
Δώσε μου πέλαγο φτερά, σαν των αφρών σου τα πουλιά,
να δω τις αρετές σου.
Πέργαμο, Σμύρνη, Καρυά, Πόλη χαροκαμένη,
και Πόντε με τις λύρες.
Σας νοσταλγώ ξεμακρυνά, σαν αετός χωρίς φτερά,
πολύπαθες πατρίδες.
Αιγαίο, βάμμα γαλανό, όπως τον λαξευτό ναό,
λουλούδι μαδημένο.
Αρχαίο πνεύμα γονικό, φωνή προς τον πολιτισμό,
σαν ρόδο ματωμένο!
Τα γαλανά σου τα νερά, σαν δάκρυα προγονικά,
φιλούν στις αμμουδιές σου.
Με πόνο κι αναφιλητά, μνημόσυνα στη συμφορά,
θρηνούν οι παρυφές σου.
Σεμνοί παππούδες κι αδελφοί, εγγόνια, θείοι κι ανεψιοί,
πατρώνυμες κηλίδες.
Γλυκές κοπέλες σμιλευτές, κι αγόρια με κορμοστασιές,
βωμοί στις αιγιαλίδες.
Αιγαίο, χρώμα φωτεινό, σαν μάρμαρο πεντελικό,
λουλούδι μαδημένο.
Αρχαία σκέψη μυθική, σοφία πολιτισμική,
μια ρήση. . . ρημαγμένη.
Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2008
ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
ΝΟΕΡΑ ΒΛΕΜΜΑΤΑ!
Τα χρώματα της Ίριδας, χορεύουν χαμογελώντας μπροστά στην σιωπή
της νωχελικής συννεφιάς.
Οι αιθερωτοί ζωικοί καημοί, γλυκαίνουν νοσταλγικά την ακούραστη ανακύκλωση της ήρεμης φθοράς.
Τα φτερά του ανάλαφρου έρωτα, χορο-πηδούν τοξευτά στην γοητεία της ατίθασης γονιμότητας του Είναι.
Και η θέλξη, απολαμβάνει τους νεκτάριους χυμούς της γευστικής συεύρεσης,
με καυτά ζευγαρώματα.
Στο κάλλος της ανοιξιάτικης χάρης, η ζωή μεθοκοπά στο αιθέριο πέταγμα
των πλουμιστών αισθήσεων.
Τα εσώφτερα της σύζευξης υφαίνουν την ροή του κόσμου σε σε μεταξιά μελωδική σύνθεση, σαν χειροκέντητο χαλί.
Εκεί σμίγουν οι χάρες με την ερωτική φλόγα, στέλνοντας νοερά φιλιά σαν διαμαντένιες λαμπερές σταγόνες στις ακτές του ήλιου.
Κι ενώ ο πόθος τρέχει ξυπόλυτος πάνω στις νοερές στέγες των ήχων, η ζωή μαγεμένη, κερνά γευστό νέκταρ στην καυτή νυχτωσιά.
Μεθυσμένη από γυμνές αιθέριες αισθησιακές ανταύγειες, μου έλεγες ηδονικά σε μια χαδερή ερωτική μελωδία. Σε μιας στιγμής την άκρατη γεύση, έζησα μεστά, το όραμα μιας ολάκερης ζωικής άνθισης.
Σου λέω γοητευμένα, πως, ζω την αιωνιότητα, σε ανθοδέσμη μιας Μαγιάτικης αγκαλιάς.
Τα χρώματα της Ίριδας, χορεύουν χαμογελώντας μπροστά στην σιωπή
της νωχελικής συννεφιάς.
Οι αιθερωτοί ζωικοί καημοί, γλυκαίνουν νοσταλγικά την ακούραστη ανακύκλωση της ήρεμης φθοράς.
Τα φτερά του ανάλαφρου έρωτα, χορο-πηδούν τοξευτά στην γοητεία της ατίθασης γονιμότητας του Είναι.
Και η θέλξη, απολαμβάνει τους νεκτάριους χυμούς της γευστικής συεύρεσης,
με καυτά ζευγαρώματα.
Στο κάλλος της ανοιξιάτικης χάρης, η ζωή μεθοκοπά στο αιθέριο πέταγμα
των πλουμιστών αισθήσεων.
Τα εσώφτερα της σύζευξης υφαίνουν την ροή του κόσμου σε σε μεταξιά μελωδική σύνθεση, σαν χειροκέντητο χαλί.
Εκεί σμίγουν οι χάρες με την ερωτική φλόγα, στέλνοντας νοερά φιλιά σαν διαμαντένιες λαμπερές σταγόνες στις ακτές του ήλιου.
Κι ενώ ο πόθος τρέχει ξυπόλυτος πάνω στις νοερές στέγες των ήχων, η ζωή μαγεμένη, κερνά γευστό νέκταρ στην καυτή νυχτωσιά.
Μεθυσμένη από γυμνές αιθέριες αισθησιακές ανταύγειες, μου έλεγες ηδονικά σε μια χαδερή ερωτική μελωδία. Σε μιας στιγμής την άκρατη γεύση, έζησα μεστά, το όραμα μιας ολάκερης ζωικής άνθισης.
Σου λέω γοητευμένα, πως, ζω την αιωνιότητα, σε ανθοδέσμη μιας Μαγιάτικης αγκαλιάς.
Συμπαντέα
Νοερή Ανταρσία!
Ανάμεσα στα σπιθοπούλια της ουράνιας θάλασσας και του κοσμικού ωκεανού, ο ήλιος στέλνει το αγέρωχο βλέμμα του στα πολιτισμικά δώματα του Αιγαίου, όπως ο περήφανος κύκνος τις σαγιτιές του, στις πτυχές της γαλάζιας λίμνης.
Τα λαμπερά μάτια του Είναι κεντούν ψηφιδωτά τους πλουμιστούς γαλαξίες, σκορπώντας πλατιά μειδιάματα και απαλές κυανέρυθρες αποχρώσεις, στο ασύλληπτα βαθύ χάος της απεραντοσύνης.
Των αστεριών η αίγλη αντανακλά πάνω στη Γη την εωθινή της ανταύγεια, χορεύοντας σύγκορμα τον πυρρίχιο της λαμπερής τους αύρας.
Το πολικό σέλας σπέρνει με δέος ζωγραφικού πίνακα, τον ιριδισμό των χρωμάτων, αναπαριστώντας το κάλλος μπροστά στο έκπληκτο και θαμπό βλέμμα του ανθρώπου.
Και η σκέψη, συνυφασμένη με χρυσές ακτίνες της πλάσης, μετουσιώνει τον κόσμο σε πολύτιμο διάδημα χάρης, στην όψη της μεθυσμένης ανοιξιάτικης αυγής.
Με θεϊκά βογκητά, Γαία και Oυρανός, ερωτοτροπούν παλιρροϊκά, και συλλαμβάνουν τα όντα, πλάθοντας την κοσμογονία, με πρώτο λυρικό τους ποίημα τον άνθρωπο.
Οι φανταστικοί τους γάμοι γεννούν θεόπουλα: Τιτάνες, Τιτανίδες, Γίγαντες, Νεράιδες, Κύκλωπες, Αμαζόνες, Κολοσσούς, Νύμφες, Ήρωες και Γοργόνες, συνθέτοντας έτσι την προσωποποιημένη πεμπτουσία του μυθικού λόγου.
Είναι το φιλοσοφικό περιδέραιο που στεφανώνει σαν χάδι τους οξύφωτους νόες, για να κυνηγούν το κόσμημα της γνώσης στην στέππα της στείρας ερημιάς, και το στολίδι της σοφίας στην χίμαιρα της απόλυτης άγνοιας.
Οι διανοητές πασχίζουν νοερά και αναζητούν πεζή ένα λογικό έρεισμα διαλογισμού, νιώθοντας την ανάγκη να δαμάσουντην αλιρρόθια αίσθηση της συμπαντικής διάστασης.
Κι ενώ οι συνετοί ρωτούν λαίμαργα και αχόρταγα με την επίμονη και λογική νοητική τους διαύγεια: Πότε; Πού; Γιατί; και Ποιός; θα δώσει κάποτε μια διάφανη απάντηση στις φλύαρες αντιφάσεις που εκτοξεύονται με μανία εκατέρωθεν, οι φαντασιώσεις των «φωστήρων» αιθεροβατούν στο κενό σαν διάττοντες μάγοι.
Στην μαγική αναφορά των αναζητήσεων, οι κρυφοί λογισμοί παλεύουν σκληρά, με αλαζονικό πείσμα και άδηλο πάθος ενάντια στις άμορφες δυνάμεις του Εγώ, και τους άτεγκτους νόμους της άγριας φύσης.
Με χρυσό οδηγό της πάντα τον γονίδιο πόθο, η θελκτική συνεύρεση κερνά με απλοχεριά την γυμνή ερωτική της γύρη. Και μειδιώντας θερμά, ανοίγει φτερά στο άπειρο κάλλος, ανάμεσα στους ρόδινους πυλώνες της ανατολής και τους πύρινους εξώστες της δύσης.
Μεταξύ τους τρέχει παντού και η χάρη της ύπαρξης, που ηδονικά σπεύδει να συνδράμει στη νομοτελειακή έλξη της ατίθασης χημικής ένωσης των κυττάρων.
Το φάσμα της γης, μια ακαθόριστη όαση στο ατέρμονοχάος του Είναι.
Ο νους, ένας διαλεκτικός αντάρτης και ακόρεστα φιλόμυθος σκοπευτής.
Το γονιδίωμα της ζωής, δεινή ερωτική αέναη θέλξη, μιας θαλπωρής μήτρας.
Και ο στοχαστής, ένας τρελός κοσμικός επαναστάτης κι ελεύθερος εραστής!
Ανάμεσα στα σπιθοπούλια της ουράνιας θάλασσας και του κοσμικού ωκεανού, ο ήλιος στέλνει το αγέρωχο βλέμμα του στα πολιτισμικά δώματα του Αιγαίου, όπως ο περήφανος κύκνος τις σαγιτιές του, στις πτυχές της γαλάζιας λίμνης.
Τα λαμπερά μάτια του Είναι κεντούν ψηφιδωτά τους πλουμιστούς γαλαξίες, σκορπώντας πλατιά μειδιάματα και απαλές κυανέρυθρες αποχρώσεις, στο ασύλληπτα βαθύ χάος της απεραντοσύνης.
Των αστεριών η αίγλη αντανακλά πάνω στη Γη την εωθινή της ανταύγεια, χορεύοντας σύγκορμα τον πυρρίχιο της λαμπερής τους αύρας.
Το πολικό σέλας σπέρνει με δέος ζωγραφικού πίνακα, τον ιριδισμό των χρωμάτων, αναπαριστώντας το κάλλος μπροστά στο έκπληκτο και θαμπό βλέμμα του ανθρώπου.
Και η σκέψη, συνυφασμένη με χρυσές ακτίνες της πλάσης, μετουσιώνει τον κόσμο σε πολύτιμο διάδημα χάρης, στην όψη της μεθυσμένης ανοιξιάτικης αυγής.
Με θεϊκά βογκητά, Γαία και Oυρανός, ερωτοτροπούν παλιρροϊκά, και συλλαμβάνουν τα όντα, πλάθοντας την κοσμογονία, με πρώτο λυρικό τους ποίημα τον άνθρωπο.
Οι φανταστικοί τους γάμοι γεννούν θεόπουλα: Τιτάνες, Τιτανίδες, Γίγαντες, Νεράιδες, Κύκλωπες, Αμαζόνες, Κολοσσούς, Νύμφες, Ήρωες και Γοργόνες, συνθέτοντας έτσι την προσωποποιημένη πεμπτουσία του μυθικού λόγου.
Είναι το φιλοσοφικό περιδέραιο που στεφανώνει σαν χάδι τους οξύφωτους νόες, για να κυνηγούν το κόσμημα της γνώσης στην στέππα της στείρας ερημιάς, και το στολίδι της σοφίας στην χίμαιρα της απόλυτης άγνοιας.
Οι διανοητές πασχίζουν νοερά και αναζητούν πεζή ένα λογικό έρεισμα διαλογισμού, νιώθοντας την ανάγκη να δαμάσουντην αλιρρόθια αίσθηση της συμπαντικής διάστασης.
Κι ενώ οι συνετοί ρωτούν λαίμαργα και αχόρταγα με την επίμονη και λογική νοητική τους διαύγεια: Πότε; Πού; Γιατί; και Ποιός; θα δώσει κάποτε μια διάφανη απάντηση στις φλύαρες αντιφάσεις που εκτοξεύονται με μανία εκατέρωθεν, οι φαντασιώσεις των «φωστήρων» αιθεροβατούν στο κενό σαν διάττοντες μάγοι.
Στην μαγική αναφορά των αναζητήσεων, οι κρυφοί λογισμοί παλεύουν σκληρά, με αλαζονικό πείσμα και άδηλο πάθος ενάντια στις άμορφες δυνάμεις του Εγώ, και τους άτεγκτους νόμους της άγριας φύσης.
Με χρυσό οδηγό της πάντα τον γονίδιο πόθο, η θελκτική συνεύρεση κερνά με απλοχεριά την γυμνή ερωτική της γύρη. Και μειδιώντας θερμά, ανοίγει φτερά στο άπειρο κάλλος, ανάμεσα στους ρόδινους πυλώνες της ανατολής και τους πύρινους εξώστες της δύσης.
Μεταξύ τους τρέχει παντού και η χάρη της ύπαρξης, που ηδονικά σπεύδει να συνδράμει στη νομοτελειακή έλξη της ατίθασης χημικής ένωσης των κυττάρων.
Το φάσμα της γης, μια ακαθόριστη όαση στο ατέρμονοχάος του Είναι.
Ο νους, ένας διαλεκτικός αντάρτης και ακόρεστα φιλόμυθος σκοπευτής.
Το γονιδίωμα της ζωής, δεινή ερωτική αέναη θέλξη, μιας θαλπωρής μήτρας.
Και ο στοχαστής, ένας τρελός κοσμικός επαναστάτης κι ελεύθερος εραστής!
Σ' ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
ΕΡΩΤΙΚΟΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ!
Χάθηκα στα βάθη του πελάγου της αγάπης σου.
Σαν ήλιος ανοιξιάτικος έλουζες το κορμί μου.
Ήπια ροδόσταμο και βάλσαμο μέσ' απ' τα χείλη σου.
Και πέταξα στου έρωτα τον ρόδινο ουρανό.
Καλή σου ώρα 'Ανοιξη, ανθάρι του Απρίλη.
Σ' ευχαριστώ που μ' άγγιξες σαν γεύση που μεθάει.
Καλή σου ώρα χρυσαυγή, κι ανατολή του Μάη.
Σ' ευχαριστώ που μου 'δειξες τον κόσμο π' αγαπάει!
Σε νύχτες χαμογελαστές, στου φεγγαριού τ' αχνάδι,
βυθίστηκα στ' απόκρυφα λημέρια των πτυχών σου.
Σαν το κοχύλι στ' ακρογιάλια σου κυλίστηκα.
Κι έσμιξα την ανάσα μου στους χτύπους των σφυγμών σου.
Καλή σου ώρα θαλπωρή, σαν αύρα που γελάει.
Σ' ευχαριστώ που μ' άγγιξες σαν γεύση που μεθάει.
Καλή σου ώρα προσμονή, με θέλγος που μιλάει.
Σ' ευχαριστώ που μου 'δειξες τον κόσμο π' αγαπάει!
Παν Ελλήνιος, κοσμοερευνητής και συγγραφέας. τηλ. επικοιν. 2310 93 97 83
http: panelinios.blogspot.com, http: users.otenet.gr/~elinios/, elinios@otenet.gr
Χάθηκα στα βάθη του πελάγου της αγάπης σου.
Σαν ήλιος ανοιξιάτικος έλουζες το κορμί μου.
Ήπια ροδόσταμο και βάλσαμο μέσ' απ' τα χείλη σου.
Και πέταξα στου έρωτα τον ρόδινο ουρανό.
Καλή σου ώρα 'Ανοιξη, ανθάρι του Απρίλη.
Σ' ευχαριστώ που μ' άγγιξες σαν γεύση που μεθάει.
Καλή σου ώρα χρυσαυγή, κι ανατολή του Μάη.
Σ' ευχαριστώ που μου 'δειξες τον κόσμο π' αγαπάει!
Σε νύχτες χαμογελαστές, στου φεγγαριού τ' αχνάδι,
βυθίστηκα στ' απόκρυφα λημέρια των πτυχών σου.
Σαν το κοχύλι στ' ακρογιάλια σου κυλίστηκα.
Κι έσμιξα την ανάσα μου στους χτύπους των σφυγμών σου.
Καλή σου ώρα θαλπωρή, σαν αύρα που γελάει.
Σ' ευχαριστώ που μ' άγγιξες σαν γεύση που μεθάει.
Καλή σου ώρα προσμονή, με θέλγος που μιλάει.
Σ' ευχαριστώ που μου 'δειξες τον κόσμο π' αγαπάει!
Παν Ελλήνιος, κοσμοερευνητής και συγγραφέας. τηλ. επικοιν. 2310 93 97 83
http: panelinios.blogspot.com, http: users.otenet.gr/~elinios/, elinios@otenet.gr
ΕΛΛΑΝΙΑ
ΕΛΛΗΝΩΔΙΑ!
Θείες μορφές, αντανακλούνε στ' ουρανού τις παρυφές,
χίλιες, φωνές αντιλαλούνε στου δρυμού τις κορυφές.
Γόνιμου φως ανθοβολιά, μέσα στου νου την ξαστεριά,
στέλνει του έρωτα φιλιά, στη θάλασσα και τη στεριά.
Βαθιά γαλάζια χρώματα, υφαίνουν τη λαλιά σου,
λευκά λουλούδια λεμονιάς, στεφάνι στα μαλλιά σου.
Αρώματ' απανθίσματα, σμιλεύουν την θωριά σου,
κι υμνούν την αρχοντιά σου.
Ήλιου ματιές φωτοβολιές,
σμίγουν στου νου τις αντηλιές.
Στέλνουν μηνύματα πλατιά.
στην αμμουδιά την χρυσαφιά.
Μύριες χορδές, συμμελωδούνε τους θεσμούς σου με χοές,
φήμες σκληρές, που απαντούνε σε χρησμούς με αντοχές.
Μήνη κρυφή, π' αναπηδά πάνω σε κύματα θεριά,
ρύμη σοφή, ανασκιρτά μες του καιρού τη λησμονιά.
Βαθιά γαλάζια χρώματα, υφαίνουν τη λαλιά σου,
λευκά λουλούδια λεμονιάς, στεφάνι στα μαλλιά σου.
Αρώματ' απανθίσματα, σμιλεύουν την θωριά σου,
κι υμνούν την αρχοντιά σου
Θείες μορφές, αντανακλούνε στ' ουρανού τις παρυφές,
χίλιες, φωνές αντιλαλούνε στου δρυμού τις κορυφές.
Γόνιμου φως ανθοβολιά, μέσα στου νου την ξαστεριά,
στέλνει του έρωτα φιλιά, στη θάλασσα και τη στεριά.
Βαθιά γαλάζια χρώματα, υφαίνουν τη λαλιά σου,
λευκά λουλούδια λεμονιάς, στεφάνι στα μαλλιά σου.
Αρώματ' απανθίσματα, σμιλεύουν την θωριά σου,
κι υμνούν την αρχοντιά σου.
Ήλιου ματιές φωτοβολιές,
σμίγουν στου νου τις αντηλιές.
Στέλνουν μηνύματα πλατιά.
στην αμμουδιά την χρυσαφιά.
Μύριες χορδές, συμμελωδούνε τους θεσμούς σου με χοές,
φήμες σκληρές, που απαντούνε σε χρησμούς με αντοχές.
Μήνη κρυφή, π' αναπηδά πάνω σε κύματα θεριά,
ρύμη σοφή, ανασκιρτά μες του καιρού τη λησμονιά.
Βαθιά γαλάζια χρώματα, υφαίνουν τη λαλιά σου,
λευκά λουλούδια λεμονιάς, στεφάνι στα μαλλιά σου.
Αρώματ' απανθίσματα, σμιλεύουν την θωριά σου,
κι υμνούν την αρχοντιά σου
ΜΑΓΕΙΑ!
ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ
Ο χτύπος σου ηδονικός, στην ανοιχτή μου πόρτα.
Μαγεύομαι στην εύγνωμη, κι ολόγυμνή σου ένδυση.
Γεύομαι το άρωμα του ποθητού σου αγγίγματος.
Και μεθώ στην αυθόρμητα συνειδητή σου ένδοση.
Λατρεύω το αυρόλουστο εσωτερικό σου μεγαλείο.
Ριγώ στην παρουσία και τη χάρη της απουσίας σου.
Οδηγώ την υφή σου στα ενδότερα του εαυτού μου.
Κι απομυζώ την φλόγα σου, ως άπειρο ευχαριστώ.
Σκιρτώ στην μελωδική ηχώ των αισθημάτων σου.
Ακούω ραψωδίες στους χτύπους των σφυγμών σου.
Αναγεννιέμαι στα έξυπνα χάδια των νοημάτων σου.
Και κυλώ σαν βότσαλο στα περιγιάλια των πτυχών σου.
Γοητεύομαι από την διαυγή λάμψη της σκέψης σου.
Παραδίνομαι στην προσφορά των θελγήτρων σου.
Γίνομαι τάμα στον βωμό της ελκτικής σου γεύσης.
Και πετώ στην θέλξη της ερωτικής σου πλεύσης.
Παν Ελλήνιος, κοσμοερευνητής και συγγραφέας. τηλ. επικοιν. 2310 93 97 83
http: panelinios.blogspot.com, http: users.otenet.gr/~elinios/, elinios@otenet.gr
Ο χτύπος σου ηδονικός, στην ανοιχτή μου πόρτα.
Μαγεύομαι στην εύγνωμη, κι ολόγυμνή σου ένδυση.
Γεύομαι το άρωμα του ποθητού σου αγγίγματος.
Και μεθώ στην αυθόρμητα συνειδητή σου ένδοση.
Λατρεύω το αυρόλουστο εσωτερικό σου μεγαλείο.
Ριγώ στην παρουσία και τη χάρη της απουσίας σου.
Οδηγώ την υφή σου στα ενδότερα του εαυτού μου.
Κι απομυζώ την φλόγα σου, ως άπειρο ευχαριστώ.
Σκιρτώ στην μελωδική ηχώ των αισθημάτων σου.
Ακούω ραψωδίες στους χτύπους των σφυγμών σου.
Αναγεννιέμαι στα έξυπνα χάδια των νοημάτων σου.
Και κυλώ σαν βότσαλο στα περιγιάλια των πτυχών σου.
Γοητεύομαι από την διαυγή λάμψη της σκέψης σου.
Παραδίνομαι στην προσφορά των θελγήτρων σου.
Γίνομαι τάμα στον βωμό της ελκτικής σου γεύσης.
Και πετώ στην θέλξη της ερωτικής σου πλεύσης.
Παν Ελλήνιος, κοσμοερευνητής και συγγραφέας. τηλ. επικοιν. 2310 93 97 83
http: panelinios.blogspot.com, http: users.otenet.gr/~elinios/, elinios@otenet.gr
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)